Η Νεοφύτα Ευαγγέλου, γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1955, με καταγωγή από την Πάφο.Φοίτησε στο Λανίτειο Λύκειο, ακολουθώντας τη θετική κατεύθυνση. Είναι απόφοιτος της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στο τμήμα Βιολογίας και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στην Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση. Εργάστηκε σαν καθηγήτρια Βιολογίας στην Αθήνα μέχρι την επιστροφή της στην Κύπρο, όπου συνέχισε να εργάζεται σαν εκπαιδευτικός. Αφυπηρέτησετο 2020 σαν Διευθύντρια Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης. Βιολογία και εκπαίδευση την έμαθαν να είναι έντονα ευαισθητοποιημένη απέναντι στα κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα.
Η συγγραφή, αποτελούσε πάντα τοκρυφό της πάθος και χαίρεται που τα τελευταία χρόνια της έδωσαν την ευκαιρία νατουαφιερωθεί. Το 2021 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα, με τίτλο:«Ακτινοβολώντας στα χρώματα της ίριδας». Το 2022 κυκλοφόρησε το δεύτερο της μυθιστόρημα οι «Ανατροπές», από τις εκδόσεις «Συμπαντικές Διαδρομές». Στα έργα της, η μυθοπλασία συνδυάζεται με αληθινά κοσμοϊστορικά γεγονότα που αφορούν το περιβάλλον και την υγεία.
Νιώθει τυχερή που άρχισε να ασχολείται συστηματικά με την πεζογραφία στην φάση της πλήρους ωριμότητας, έχοντας πίσω της, πολλαπλές εμπειρίες.
Από το 1987 είναι παντρεμένη και εκτιμά ότι το μεγαλύτερο απόκτημα στην ζωή της, αποτελούν οι δυο της κόρες,καθώς και τα δύο μικρά εγγόνια της που λατρεύει.
Δείγματα Γραφής
Απόσπασμα
1ο, Κεφάλαιο 2. Μέρος Α
Κάποιοι από τους λουόμενους στην παραλία, ξαφνικά άρχισαν να φωνάζουν. Πολλοί από αυτούς που κάθονταν αμέριμνοι στην εξωτερική καφετέρια για το πρωινό τους, έτρεξαν προς τη μεριά της θάλασσας.
Το νερό της ακτής, είχε αποτραβηχθεί προς τα μέσα, αφήνοντας το πυθμένα του, σε πλήρη θέα. Μικρά ψάρια, σπαρταρούσαν στην επιφάνεια παρέα με πανέμορφους υδρόβιους οργανισμούς, φυτικούς ζωικούς και παραζωικούς.
Μια απίστευτη ποικιλομορφία και εκτυφλωτικά χρώματα, αποκαλυπτόταν μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους. Ανάμεσα τους πολλές στρογγυλεμένες πέτρες. Μικρά καβουράκια προσπαθούσαν να τις αναρριχηθούν.
Το θέαμα τους φάνηκε καταπληκτικό. Άρχισαν να σκύβουν για να μαζέψουν ψάρια και καβούρια. Νόμιζαν ότι έβλεπαν ένα συνηθισμένο για το νησί φαινόμενο. Πόσο στα αλήθεια είχαν γελαστεί!!
Ήταν φανερό πια, ο ταπεινωμένος Εγκέλαδος, ξετρύπωσε από τον υποθαλάσσιο φλοιό, αστραπιαία αναδύθηκε προς τα πάνω, συνάντησε και εξευμένισε το θηριώδη Ποσειδώνα. Τα γεγονότα όπως ακολούθησαν έδειξαν, πως μάλλον είχε έρθει σε μυστική συμφωνία μαζί του.
Ο Θεός της θάλασσας ανέλαβε να αποτελειώσει το έργο του Γίγαντα, αυστηρά στα χωρικά πλαίσια της δικής του δικαιοδοσίας. Στην υγρή μάζα που κάλυπτε τα πετρώματα του πυθμένα. Άρχισε να αναδεύει τα νερά με την χάλκινη τρίαινα του, σαν λυσσασμένος. Μακριά από την ακτή, πάνω από τα σημεία του σεισμού, στην επιφάνεια του νερού άρχισαν αμέσως να σχηματίζονται κύματα, η ενέργεια του σεισμού σήκωνε το νερό πολύ πιο ψηλά από το κανονικό επίπεδο της θάλασσας.
Από την άλλην η βαρύτητα της γης τα τραβούσε οργισμένη προς τα κάτω, έτσι τα καθυπότασσε να κινηθούν εξαναγκαστικά οριζόντια, προχωρούσαν προς τις ακτές με ιλιγγιώδη ταχύτητα, λες και η κούρσα τους ανταγωνιζόταν σε σβελτάδα το φως του ήλιου. Τα κύματα πάσχιζαν να τον ξεπεράσουν.
Το κατάλαβαν πρώτοι οι ντόπιοι, όταν από μακριά είδαν να επιπλέουν τρεις με τέσσερις άσπρες λωρίδες στην επιφάνεια του νερού. Μιλώντας αγγλικά άρχισαν να φωνάζουν
«Τσουνάμι, τρέξετε, φεύγουμε».
Έντρομοι πέταξαν τα ψάρια κάτω και άρχισαν να τρέχουν προς το ξενοδοχείο.
Ο μπαμπάς της Μάνις, παίρνοντας είδηση ότι και τα δυο παιδιά είχαν φύγει από το υποστατικό με κατεύθυνση την ακτή, έτρεξε πίσω τους προς την θάλασσα.
Οι άσπρες λωρίδες άρχισαν να πλησιάζουν και να δείχνουν την αληθινή τους ταυτότητα. Δεν φαίνονταν πια σαν κινούμενες αφρώδεις λωρίδες, εμφανίζονταν σαν θηριώδη θεόρατα κύματα, που έβραζαν και προσπαθούσαν να ξεβράσουν στη στεριά. Τα υγρά θηρία έτριζαν τα δόντια δείχνοντας την πρόθεση τους, να καταπιούν ότι βρεθεί μπροστά τους.
Η απίστευτη ενέργεια που κουβαλούσαν, τα έκανε να συνεχίζουν να προχωρούν με μεγάλη ταχύτητα, διαταράσσοντας όχι μόνο τα νερά της θάλασσας αλλά και την ατμόσφαιρα της παραλίας καθώς άπειρες σταγόνες νερού εκτινασσόταν μακριά και γύρω προς κάθε κατεύθυνση.
Κάποιες στιγμές τα κύματα φαίνονταν άσπρα και κάποιες άλλες φαίνονταν μαύρα κατάμαυρα, στα χρώματα της πύλης που άνοιγε αποκλειστικά με τα χέρια του, ο Άδης. Ο μόνος που κρατούσε τα κλειδιά.
Τα μανιασμένα κύματα φτάνοντας στα όρια της ακτής έκοβαν ταχύτητα και ανέβαζαν ύψος, πλησιάζοντας τα τριάντα μέτρα. Τα κλαδιά των ψηλών εξωτικών δέντρων, από τον καταιγισμό του νερού πάνω τους, πάλλονταν με μανία. Μια αίσθηση διαφορετική από κάθε άλλην φορά.
Τα αγέρωχα δέντρα είχαν προσαρμοστεί στους τροπικούς μουσώνες, αλλά τα θηρία που βγήκαν ξαφνικά στην στεριά, εκτινάσσοντας ‘πλοκάμια και βεντούζες’, τα λύγιζαν πριν εκείνα προλάβουν να αντισταθούν.
Τα ντεσιμπέλ των δαιμονισμένων δονήσεων του ανέμου, των κλαδιών, των κορμών, ενίσχυαν τους τρομακτικούς θορύβους του νερού και των αλαφιασμένων ανθρώπων που έτρεχαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν.
Ο κόσμος τρέχοντας άκουε τους θηριώδεις βρυχηθμούς των άγριων κυμάτων, αρκετοί ξένοι ανάμεσα τους και μερικοί Έλληνες. Κάποιοι ενώ έτρεχαν, φώναζαν πως άκουσαν με τα αυτιά τους, τα θαλασσινά σφυρίγματα του αρχαίου Θεού, ίσως κάποιοι από τους Έλληνες. Οι περισσότεροι από το πλήθος, πρόλαβαν, κάποιοι άλλοι δυστυχώς δεν μπόρεσαν.
Ο ουρανός ξαφνικά συννέφιασε, κανείς δεν μπορούσε να σκεφτεί ότι ήταν πρωί. Η χαρά της ζωής βούλιαζε, στα μαυρισμένα κύματα, πνιγόταν στα άδυτα του κάτω κόσμου. Ο Άδης άνοιγε διάπλατα την πύλη του. Τα υγρά τέρατα άπλωναν ‘τα πλοκάμια τους’, παγίδευαν οτιδήποτε βρισκόταν στην παραλία.
Κατάπιναν τα έμψυχα ολόκληρα, ρουφούσαν τους χυμούς τους, ύστερα τα έφτυναν πίσω στο νερό, εντελώς αμάσητα αφού πρώτα τους αφαιρούσαν κάθε ίχνος ζωής. Η αρμονία των στοιχείων της φύσης, γλιστρούσε στο στομάχι των θηρίων, με ταχύτητα αστραπής. Η παραλία με την απαράμιλλη ομορφιά, ζούσε στην κατάσταση του απόλυτου σοκ.
Η κίνηση του νερού απελευθέρωσε ενέργεια, που ξεπέρασε κατά πολύ την ενέργεια της ατομικής βόμβας που έπεσε στη Χιροσίμα το 1945. Αν και τα κύματα από το τσουνάμι χαρακτηρίστηκαν σαν παλιρροιακά, στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά σχέση με την δραστηριότητα της παλίρροιας, που προκαλείται από τις έλξεις βαρύτητας ανάμεσα στη γη και τη σελήνη.
Το τσουνάμι είναι επίσης άσχετο και με τα συνηθισμένα κύματα της θάλασσας που προκύπτουν καθώς οι άνεμοι χαϊδεύουν ή χαστουκίζουν την επιφάνεια της, ανάλογα με την ένταση τους. Το τσουνάμι που έμελλε να μείνει στην Ιστορία, σήκωνε μανίκια και έπιανε δουλειά.