Γεννήθηκε στην Πάφο και ζει στην Λευκωσία. Γράφει στα Ελληνικά και στα Αγγλικά. Από την έκδοση του πρώτου της βιβλίου, της συλλογής διηγημάτων Cats have it All (Αρμίδα, 2004), μικρές της ιστορίες έχουν περιληφθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες στην Κύπρο, στην Ελλάδα και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η μικρή της ιστορία “Πλυντήριο” έχει μεταφραστεί στα Γαλλικά και περιλαμβάνεται στον τόμο Les femmes (se) racontent. Expériences dans les PECO, 2017. Μετά από διάκριση σε διεθνή διαγωνισμό του Commonwealth Foundation, η ιστορία της “SomethingTiny” θα περιλαμβάνεται στην ανθολογία So Many Islands – Stories from the Caribbean, Mediterranean, Indian Ocean and Pacific, την οποία θα προλογίσει ο Marlon James (Man Booker Prize 2015).
Η Ερατώ, έχει σπουδάσει Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και Δημιουργική Γραφή (MF Ain Creative Writing) στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Γουίλμινγκτον (ΗΠΑ).
Είναι εργαζόμενη, συγγραφέας, σύζυγος, μαμά, κτλ.
Εργογραφία:
- Cyprus Engraved – A Book of History and Direction, The Cyprus Museum, Jacksonville – North Carolina, 2002.
- Cats Have it All, Armida Publications, Nicosia, 2004.
- “The Cost of Flying,”In Focus Literary Magazine, Nicosia, October 2004
- “All Kinds of Strange Animals, ”Cadences Literary Journal, Nicosia, 2010.
- “Saving Jesus and the Apostles, ”In Focus Literary Magazine, Nicosia, May 2015 and The Cyprus Dossier, Nicosia,2015.
- “Βραχυγραφίες σε Γκρίζο Καμβά, Cadences Literary Journal, Nicosia, 2011.
- “Madwoman Story, Tell me a Tale Anthology, Armida Publications and Fluster, United Kingdom and Cyprus, 2012.
- “Μωρό,”Cadences Literary Journal, Nicosia, 2013.
- “Λέξεις,”Παράθυρο, Μάρτιος 2015 και Cadences Literary Journal, Nicosia, 2017.
- “Πόδι,”Cadences Literary Journal, Nicosia, 2015.
- “Από τον Ένα Μέχρι τον Άλλο Ορίζοντα”, Ανθολογία: Ιστορίες με χρώματα, Εκδόσεις Παράξενες Μέρες, Ελλάδα, 2016.
- “Pink,” In Focus Literary Magazine, Nicosia, March 2016.
- “Πλυντήριο”: Ανθολογία Παράξενοι έρωτες, Εκδόσεις Παράξενες Μέρες, Ελλάδα, 2017.
- Και σε μετάφραση του Πέτρου Ρωμαίου, στα Γαλλικά: “Le Lave”: Volume Les femmes (se) racontent. Expériences dans les PECO, Bucharest 2017.
- “Something Tiny: Anthology So Many Islands: Stories from the Caribbean, Mediterranean, Indian and Pacific Oceans, ”United Kingdom, 2018.
Δείγματα Γραφής
Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να σας ενημερώσω ότι στις 22 Ιουνίου 2014, ημερομηνία σύνταξης της παρούσης, οι Λέξεις απέδρασαν.
Υπενθυμίζεται ότι οι Λέξεις, η διαχείριση των οποίων εμπίπτει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού και Άλλων Συναφών Θεμάτων, εξέτιαν ποινή φυλάκισης, στην πτέρυγα υψηλής ασφαλείας στο σωφρονιστικό ίδρυμα του κράτους, στη βάση των προνοιών του Άρθρου 9 του περί Ελέγχου των Τεχνών του Λόγου Νόμου του 2013.
Κάποτε ήταν ήπιες οι Λέξεις. Τώρα πια, ούτε οι ίδιες δεν άντεχαν στη θέα της θλιβερής τους μετάλλαξης. Έτσι, το σκοτάδι της τεράστιας ξύλινης κάσας, που τις είχανε κλείσει, ήταν σχεδόν λυτρωτικό. Έμοιαζαν με μάγισσες –η άκρη της μύτης να κρέμεται πλαδαρή πάνω απ’ το στόμα, κι απ’ αυτό να αναφύονται δόντια μυτερά. Η ψυχή τους έσκασε και βγήκαν από μέσα τ’ αγρίμια. Τις άκουγα –τις υπόκωφες στριγκλιές– καθώς οι Λέξεις κατασπάραζαν η μία την άλλη.
Έμειναν κλεισμένες εκεί, μέρες χρόνια –φαντάζουν αιώνες. Ξέχασαν τη γλώσσα τους κι εγώ άρχισα να γράφω με αόρατο μελάνι.
Ταυτόχρονα, επισημαίνεται ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του Κώδικα Συμπεριφοράς των Λέξεων που ψηφίστηκε ομόφωνα από την ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων και τέθηκαν σε ισχύ με τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Μαυρόασπρο.
Τις μαζεύουν –με την κάνη των όπλων να μπήγεται στα πλευρά και στην πλάτη τους. Τις τραβούν με βία από το παραμύθι. Ένα παιδάκι, τις αρπάζει από τον ποδόγυρο του λευκού φορέματος και δε λέει ν’ αφήσει να του τις πάρουν. Το σώμα λιγνό και τα μέλη αδύναμα, μέσα στις ζεστές απ’ τον ύπνο πιτζάμες. Οι Λέξεις κάνουν νόημα στους δεσμοφύλακές τους, σκύβουν, σηκώνουν το παιδάκι και με ένα απαλό φιλί στο μάγουλο το ξαπλώνουν στο κρεβατάκι του. Εκείνο ηρεμεί για μια στιγμή μόνο και μετά το πνίγει πάλι ο λυγμός.
Εγώ, αδρανής, ανήμπορος, ανίκανος, προδότης, κρυμμένος μες στο σώμα του ενήλικα, το ξεχειλωμένο, παρακολουθώ τις Λέξεις να ρέουν απ’ τις σελίδες, να στάζουν στο πάτωμα, να εξατμίζονται. Και οι σελίδες –εκτυφλωτικά κενές. Μες την ησυχία που απλώνεται, ηχεί η αποπνικτική ουδετερότητα του τίποτα.
Και τις έκλεισαν στην ξύλινη κάσα. Με καρφιά ατσάλινα. Πολλά καρφιά… να διεισδύουν στη σάρκα τους. Μέχρι το κόκαλο.
Οι Λέξεις όμως το έσκασαν. Έξυσαν με το νύχι την κάσα τους υπομονετικά. Μέρα με τη μέρα. Λεπτό με λεπτό. Με επιμονή και σθένος. Τους μπήγονταν οι σκλήθρες στ’ ακροδάχτυλα, αλλά αυτές εκεί. Κι όταν το παχύ ξύλο έγινε πια λεπτός φλοιός, πήραν να το κουτουλάνε με φόρα. Μάτωσαν τα μέτωπα. Πρήστηκαν τα μάτια και σκεπάστηκαν με μελανιές. Μάτια γυαλιστερά, ολοστρόγγυλα σαν ψαριού – μάτια δαιμονισμένων.
Καβάλησαν τα σκουπόξυλά τους και πέταξαν πάνω απ’ την πόλη με τις μακριές άγριες μπούκλες τους να στροβιλίζονται στον κρύο αέρα. Με ιαχές πολέμου σκίζουν την σκούρα μπλε σάρκα τ’ ουρανού. Κι η μυρωδιά του αέρα γνώριμη. Να την εισπνέουν λαίμαργα. Να ξέρουν ότι φέρνει βροχή.
*
Στον τελευταίο όροφο της γκρίζας πολυκατοικίας, στο δωμάτιό μου, το σκεπασμένο από το σκούρο μπλε της νύχτας, απλώνεται χλωμό το φως. Κάθομαι στην άκρη της ξύλινης καρέκλας. Μες στο ενήλικό μου σώμα δύο ψυχές έχουν πιαστεί στα χέρια. Η μία φοράει πιτζάμες.
Στο πλαίσιο του σημειώματος ημερομηνίας τάδε με αριθμό φακέλου 17.21.34/2014—
Φάκελοι στοιβαγμένοι, ξεθωριασμένοι, σκονισμένοι, με κατσαρίδες, με λεκέδες από καφέ, με μούχλα. Επιστολές. Υπηρεσιακά Σημειώματα. Οδηγίες. Νομοθεσία. Προϋπολογισμός. Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις. Έχουν ξεχάσει τη γλώσσα τους οι Λέξεις.
Κι εγώ γράφω με ένα κουτσουράκι στην άμμο.
Δαγκώνω τα νύχια. Τις βλέπω να αιωρούνται έξω απ’ το παράθυρό μου. Στα πρόσωπά τους διακρίνω τη θλίψη παλιάς ερωμένης, απογοητευμένης, προδομένης.
Ξεχύνονται στο δωμάτιο, σα ριπή αέρα που παρασέρνει κουρτίνες, βιβλία, παλιές εφημερίδες. Με αρπάζουν από τον γιακά. Με κοιτούν στα μάτια, για μια στιγμή μόνο, και με φιλούν βίαια, παθιασμένα, αχόρταγα. Μετά, μου γυρίζουν τις πλάτες, περπατούν προς το παράθυρο. Κάθονται στο περβάζι στοιχισμένες και με τα πόδια τους να κρέμονται στο κενό, με κοιτούν λοξά, πάνω απ’ τους ώμους τους.
Βρέχει.
Σπρώχνουν το σώμα τους μες στη μαυρίλα. Κάποιες πέφτουν με γδούπο στην άσφαλτο. Κάποιες αρπάζονται από προεξοχές στους τοίχους –τα κορμιά τους, τυλιγμένα σε κουρέλια, ταλαντεύονται. Κάποιες όμως εγκλωβίζονται στις στάλες της βροχής. Και στην ελεύθερη πτώση τους, ακουμπούν τις παλάμες στο εσωτερικό τους… και μετά τα πρόσωπα. Ο αχνός της ανάσας τους θαμπώνει τη διάφανη μεμβράνη. Αιωρούνται για λίγο. Τις προσπερνούν τ’ αστέρια, οι νεφέλες, οι βουνοκορφές, τα πουλιά, τα έντομα. Κι αυτές μαζεύουν τα πόδια στην αγκαλιά τους, με το κεφάλι σκυφτό και το γόνατο κολλημένο στο μέτωπο. Το αμνιακό υγρό εισρέει από τα ρουθούνια στους πνεύμονες, στο στόμα, στο στομάχι, στις φλέβες τους, στάζει από τους πόρους τους.
Τις πίνει η γη τις σταγόνες, μαζί με τις Λέξεις μου. Κι αυτές, το ξημέρωμα, φυτρώνουν χορτάρι κι αγριολούλουδα.
Λιλιπούτειες Λέξεις. Απλές Λέξεις. Ντυμένες με λευκά αραχνοΰφαντα καφτάνια. Τις παίρνω απαλά, με τις άκρες των δακτύλων. Τις βάζω στην τσέπη του πουκάμισου, στο μέρος της καρδιάς. Εκεί είναι ήρεμες οι Λέξεις. Εκεί είμαι ήρεμος κι εγώ.
Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο του project Σημείο Στίξης
(1η Μαρτίου 2015 – Εφημερίδα Πολίτης)