Η Σώτια Παπαδοπούλου γεννήθηκε στην κατεχόμενη Αγκαστίνα της επαρχίας Αμμοχώστου. Σπούδασε Marketing και Δημόσιες σχέσεις στη Γενεύη και είναι απόφοιτος του Cambridge Proficiency. Έχει εργαστεί στο εξωτερικό και στή Κύπρο σε πολυεθνικές εταιρείς ως Σύμβουλος Υγείας. Τα τελευταία χρόνια εργάστηκε ως Ιατρικός συνεργάτης με ειδικότητα στο Vaccinology. ‘Εχει εκδώσει δύο βιβλία την ΧΡΥΣΑΝΘΗ «Όταν η Μοίρα αλλιώς ορίζει» και τον ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ «Τα Μυστικά Μονοπάτια της Ψυχής» από τις εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ
Έλενας Τζαβάρα (3/7/23)
Ολοκλήρωσα το πολύ ενδιαφέρον, συγκινητικό, αισθαντικό και χορταστικό βιβλίο των 776 σελίδων, της ομότεχνης φίλης, Sotia Papadopoulou, ΧΡΥΣΑΝΘΗ, όταν η μοίρα αλλιώς ορίζει.
Το κουβάρι της ιστορίας ξετυλίγεται κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου στο χωριό Μαλάς, κοντά στη Λευκωσία. Η συγγραφέας με έντεχνο τρόπο περιγράφει την συγκλονιστική ιστορία μίας ηρωίδας γυναίκας. Αναφέρεται στα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων της εποχής εκείνης και για τις άπειρες δυσκολίες που βιώνουν οι άνθρωποι, ιδίως οι γυναίκες μέσα σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Η Χρυσάνθη, μία όμορφη κοπέλα ζει σ’ ένα ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον με τους ευπρεπείς γονείς της και τις τρεις αδελφές της. Ήταν η μεγαλύτερη και η πιο δυναμική από τις μικρότερες. Αυτόν τον δυναμισμό τον εξέπεμπε και εκτός σπιτιού, με αποτέλεσμα να σχολιάζεται ή να κατακρίνεται ο χαρακτήρας της απ’ όλους στο χωριό.
Ο πατέρας της βλέποντας την εξυπνάδα και τον δυναμισμό της, μη έχοντας αποκτήσει γιο, την έγραψε στο σχολείο για να μάθει γράμματα, μεγάλο τόλμημα για κείνα τα χρόνια, καθώς τα κορίτσια μεγάλωναν δίχως μόρφωση. Ήταν μόνο για τις δουλειές του σπιτιού κι όταν μεγάλωναν ακολουθούσε η παντρειά και η ανατροφή των παιδιών. Γυναίκες που είχαν μόνο υποχρεώσεις, δίχως δικαιώματα.
Η Χρυσάνθη όσο μεγάλωνε τόσο ομορφότερη γινόταν και τη λαχταρούσαν όλοι οι νέοι του χωριού. Την ήθελαν για γυναίκα τους. Όμως εκείνη είχε μάτια μόνον για έναν λεβεντόκορμο νέο τον Λάμπρο και εργατικό κτηματία του χωριού, που κι εκείνος έδειχνε το ίδιο ενδιαφέρον.
Το αγνό φλερτ, έγινε δυνατός έρωτας που κατέληξε, στον γάμο και σύντομα στην απόκτηση ενός αγοριού. Όμως, η μοίρα, αλλιώς τα όριζε… Η φθονερή πεθερά της που από την αρχή δεν την ήθελε για νύφη, δυσκόλευε τη ζωή της πίσω από τα νώτα του γιου της. Όσο εκείνος ξεκινούσε ξημερώματα για τις επίπονες εργασίες του στα κτήματα και επέστρεφε νύχτα, η μέγαιρα μάνα, έκανε τη ζωή της νύφης της, κόλαση. Η νεαρή γυναίκα που αγαπούσε πολύ τον Λάμπρο, σε ό,τι κι αν της έκανε η μέγαιρα, όσες απειλές κι αν τη φόρτωνε, την αγνοούσε, σαν να μην υπήρχε μέσα στο σπίτι. Ωστόσο, το διεστραμμένο μυαλό της κακιάς πεθεράς, σοφίστηκε ένα σατανικό σχέδιο εξόντωσης της νεαρής κοπέλας, αγνοώντας τον γιο της και το εγγόνι της, χωρίς να αναλογιστεί τις αδυσώπητες συνέπειες μετά την εφαρμογή του. Αλήθεια, πόσο διεστραμμένα μυαλά υπάρχουν στην κοινωνία, που κινούνται και δρουν υποχθόνια, μόνο για την καταστροφή;
ΧΡΥΣΑΝΘΗ! Μία ηρωίδα γυναίκα που κυριολεκτικά μαρτύρησε στάζοντας αίμα η ψυχή της, για την επιβίωσή της και του μικρού παιδιού της… Το μυστήριο σε αυτό το βιβλίο, πυκνό, η περιπέτεια συνεχής και η αγωνία έντονη για την έκβαση της ιστορίας. Η αγάπη έκδηλη σε όλο της το μεγαλείο, πολλές φορές σε σημείο αυτοθυσίας, δημιουργεί μια επιπλέον συγκινησιακή φόρτιση. Ο λόγος της συγγραφέως άρτια αφηγηματικός, προσφέρει έντονο ενδιαφέρον στον αναγνώστη. Είναι ένα μυθιστόρημα σταθμός στη ζωή της κάθε γυναίκας με συγκλονιστικά γεγονότα και απρόβλεπτο φινάλε!
Καλοτάξιδο το βιβλίο της Σώτιας Παπαδοπούλου και εύχομαι να αγαπηθεί από όλους τους αναγνώστες!
Δρ. Ανδρέα Σταυρίδη
Ομολογώ οτι δεν συνηθίζω να διαβάζω μυθιστορήματα και μάλιστα ογκώδη, των 800 τόσων σελιδων. Όταν όμως η συγγραφέας είναι αγαπητή φίλη και είχε την καλοσύνη να μου προσφέρει την δημιουργία της, είχα ηθική υποχρέωση να διαμορφώσω ιδίαν άποψη και με ειλικρίνεια να εκφράσω τη γνώμη μου. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα να αφήσω από τα χέρια μου τη “Χρυσάνθη”.Στις πρώτες 150 σελίδες σκεφτόμουνα τα δύο προσφιλή μου άτομα που είναι βιβλιοφάγοι και θα εκτιμούσαν το βιβλίο αν τους το πρόσφερα. Το έψαξα σε μεγάλα βιβλιοπωλεία χωρίς επιτυχία και έμαθα ότι το βιβλίο έχει σχεδόν εξαντληθεί και η δεύτερη έκδοση είναι στα σκαριά. Και πάλιν η συγγραφέας με βοήθησε, κάπου βρήκε τα αντίτυπα που ζήτησα και έδωσα μεγάλη ευχαρίστηση στους φίλους που τα απέκτησαν. Το βιβλίο περιγράφει τη ζωή σ’ ένα χωριό της Κύπρου, σε μια ανδροκρατούμενη εποχή, όταν οι γυναίκες ήσαν πειθήνια όργανα στις βουλές του πατέρα πρώτα, του δοσμένου συζύγου ύστερα. Μα όχι όλες… Η Χρυσάνθη με το ανήσυχο πνεύμα, το κοφτερό μυαλό και την σπάνια ομορφιά δεν υποτάσσεται. Για τη Χρυσάνθη ” η μοίρα αλλιώς ορίζει”. Αγαπητή Σώτια Παπαδόπουλου, η ευχή να είναι καλοτάξιδο έχει ξεπεραστεί με την πρωτόγνωρη επιτυχία του παρθενικού σου εγχειρήματος. Εύχομαι και τα άλλα βιβλία που σύντομα θα εκδόσεις να έχουν την ίδια επιτυχία και να μεταφραστούν ακόμα και στην…. Κίνα.
Δείγματα Γραφής
Άνοιξε την πόρτα η μάνα της και η Χρυσάνθη καθόταν σε μια καρέκλα δίπλα από το κρεββάτι και κρατούσε το μωρό αγκαλιά. Είχε τα μαλλιά της λυμένα και φορούσε την όμορφη νυφική της ρόμπα. Το πρόσωπο της έλαμπε και κανείς δεν θα πίστευε ότι αυτή η κοπέλα είχε γεννήσει την προηγούμενη. Τα μάγουλα της είχαν ωραίο χρώμα και δεν έδειχνε καθόλου ταλαιπωρημένη.
Γιατί σηκώθηκες κόρη μου, ρώτησε η μάνα της. Δεν πρέπει να σηκώνεσαι από το κρεββάτι μέχρι να περάσουν σαράντα μέρες.
Εγώ είμαι πολύ καλά και καμία δύναμη δεν θα με κρατήσει σαράντα μέρες στο κρεββάτι. Δεν συμφωνείς Φωτεινή? Απευθύνθηκε στην Φωτεινή αφού η κυρά-Δέσποινα δεν είπε ούτε καλημέρα.
Χρυσάνθη μου να μας ζήσει, και καλές σαράντα. Είναι αλήθεια όμως ότι φαίνεσαι μια χαρά και μου δίνεις και μένα πολύ θάρρος που φοβάμαι την γέννα. Μα τι κουκλί είναι ο ανιψιός μου, σκόρδα να μην τον ματιάσουμε. Θα πρέπει να του φέρω μια ματόπετρα.
Ευχαριστώ μητέρα για τις ευχές σου, απευθύνθηκε στην πεθερά της η Χρυσάνθη. Να σου ζήσει κ εσένα ο εγγονός σου.
Μα δεν είπα τίποτα, απάντησε μαγκωμένη η κυρά-Δέσποινα.
Το είπες από μέσα σου και το άκουσα είπε η Χρυσάνθη
Πως θα τον ονομάσετε? Ρώτησε η Φωτεινή
Δεν συζητήσαμε με τον Λάμπρο το όνομα, είπε η Χρυσάνθη. Είμαστε σίγουροι ότι ήτο αγόρι αλλά το όνομα δεν έτυχε να το μιλήσουμε.
Το όνομα το αποφασίζει ο πατέρας, είπε χολωμένη η κυρά Δέσποινα.
Τότε ας αποφασίσει ο Λάμπρος τι όνομα θέλει, είπε η Χρυσάνθη.
Για μένα σημασία έχει να είναι καλά το μωρό και εμείς μαζί του.
Το όνομα του θα είναι Άγγελος, είπε ο Λάμπρος μπαίνοντας στο δωμάτιο.
Πήγε στην Χρυσάνθη την φίλησε στα μαλλιά και πήρε το μωρό αγκαλιά.
Το κοίταζε που κοιμόταν τόσο ήρεμο και του φαινόταν ότι κρατούσε τον μικρό Χριστό. Τόσο μεγάλο θαύμα έβλεπε ο Λάμπρος την γέννηση αυτού του μωρού. Οι γυναίκες ξαφνιάστηκαν που άκουσαν το όνομα, αλλά καμιά δεν σχολίασε, μόνο η Χρυσάνθη του χάρισε ένα χαμόγελο όλο νόημα ότι συμφωνούσε απόλυτα. Σε εκείνα τα χρόνια ήτο αδιανόητο τα νεογέννητα μωρά να μην έχουν το όνομα των παππούδων ή των γιαγιάδων, εξαίρεση μόνο αν έγινε τάμα σε κάποιο άγιο και έπαιρνε το όνομα του αγίου.