Γεννήθηκε το 1935 στο Λευκόνοικο της Μεσαορίας. Δασκάλα, συγγραφέας και εικονογράφος παιδικών βιβλίων. Έχει τιμηθεί με βραβεία από τον Κυπριακό Σύνδεσμο Παιδικού Βιβλίου, από το Υπουργείο Παιδείας, τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά κ.ά. Επίσης, έχει βραβευτεί από τη UNICEF και το 1987 κέρδισε σε διεθνή διαγωνισμό το Μετάλλιο του Διεθνούς Βραβείου Janusz Korczak. Το 2009 πήρε το βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
Δύο βιβλία της μεταφράστηκαν στα ουκρανικά και κυκλοφόρησαν από τις Eκδόσεις Μπεσέλκα του Κιέβου. Η ποιητική της σύνθεση Άγια χώματα μεταφράστηκε στα ρωσικά και κυκλοφόρησε σε Ανθολογία στη Μόσχα.
Ασχολείται με τη μελέτη και παρουσίαση παιδικών βιβλίων, συνεργάζεται με εφημερίδες, περιοδικά.
- Άγια χώματα, Κύπρος, 1959
- Χαρούμενοι χαρταετοί, διηγήματα, Λευκωσία, 1976
- Οι Λύκοι και η Κοκκινοσκουφίτσα, νουβέλα, Λευκωσία, 1977
- Καλημέρα, Μαργαρίτα, διηγήματα, Λευκωσία, 1978
- Κι έζησαν εκείνοι καλά…, σύγχρονο παραμύθι, Λευκωσία, 1980
- Τα δέντρα που τρέχουν, μυθιστόρημα, Λευκωσία, 1985, εκδ. Καστανιώτης, 1987
- Τα παιδιά του ήλιου, μυθιστόρημα, εκδ. Πατάκη, 1993, 8η έκδοση 2001
- Το κάστρο μας, μυθιστόρημα, Λευκωσία, 1979, εκδ. Πατάκη 1995, 6η έκδοση 2001
- Το ασημένιο καπνιστήρι, μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πατάκη, 1995, 6η έκδοση 2000
- Τζιαφέρ Γιασίντ Αλή, εκδ. Πατάκη, 1997, 2η έκδοση 1998
- Στα φτερά του Χρυσού Αετού, εκδ. Πατάκη, 1997, 3η έκδοση 2000
- Η αρβύλα που ’γινε βαρκούλα, εκδ. Πατάκη, 1998, 4η έκδοση 2001
- Λεώνη, εκδ. Πατάκη, 1999, 2η έκδοση 2000
- O σκύλος που έχασε την ουρά του, εκδ. Πατάκη, 2001
- Οι αγαπημένοι των παιδιών, εκδ. Πάργα 2007
- Το όνειρο του μικρού Θεού, εκδ. Πάργα 2007
- Δυο φωνές, εκδ Αριστοτέλους 2009
- Το ταξίδι του γλάρου, εκδ. Πάργα 2006
- Σε αγαπώ, μ’ αγαπάς, εκδ. Πάργα 2008
Δείγματα Γραφής
Το αγόρι περπατάει στον δρόμο. Κλοτσάει ένα χαλίκι κι εκείνο κατρακυλά στο διπλανό χαντάκι. Το αγόρι περπατάει και σκέφτεται. Έχει φάει τη μοναδική του καραμέλα και η τσεπούλα του είναι άδεια και άχαρη χωρίς την καραμέλα. «Πότε θα μου αγοράσεις μια σοκολάτα φουντούκι;» ήθελε να ρωτήσει τη μαμά, μα την είδε τόσο λυπημένη που δεν τόλμησε.
Απόγευμα. Το αγόρι κάνει βόλτα στη μικρή του γειτονιά. Βλέπει να πετούν χελιδόνια, να κάθονται στα σύρματα, μα δεν το νοιάζει. Σκέφτεται, τι καλά να είχε μια σοκολάτα φουντούκι! Μπαίνει στο πάρκο. Παιδιά παίζουν τσιρίζοντας. Γιαγιάδες κάθονται στα παγκάκια. Εκεί που ετοιμάζεται να προχωρήσει προς στην κούνια, βλέπει κάτι να γυαλίζει κοντά στην ανθισμένη ροδοδάφνη. Σκύβει, το παίρνει. «Θεέ μου», ψιθυρίζει, «ένα νόμισμα!»
Ένα μικρό ολοστρόγγυλο νόμισμα, κοκκινωπό σαν το ζακετάκι που φορεί. Αυτό, που πίσω έχει δυο χαρούμενα ελαφάκια. Χαρούμενο το αγόρι το κρατάει στη χούφτα του. Νιώθει την καρδούλα να χτυπά δυνατά. «Μπορώ μ’ αυτό;» αναρωτιέται και φεύγει. Προχωράει στο κοντινό περίπτερο. «Μπορώ μ’ αυτό να αγοράσω μια σοκολάτα φουντούκι;» «Όχι», του λέει χαμογελώντας ο περιπτεράς. «Θα σου δώσω όμως μια καραμέλα φουντούκι και τα… λεφτά σου κράτησέ τα!»
Το αγόρι βάζει στην τσεπούλα του την καραμέλα φουντούκι και προχωρεί πιο κάτω. Μπαίνει στο μικρό μπακάλικο της γειτονιάς. «Μπορώ μ’ αυτό… και δείχνει το κέρμα του, να αγοράσω μια σοκολάτα φουντούκι;» «Όχι , του λέει ο μπακάλης, μπορώ όμως να σου δώσω ένα μπισκότο φουντούκι και τα λεφτά σου κράτησέ τα!»
Το αγόρι φυλάει και το μπισκότο φουντούκι στην τσεπούλα του και φεύγει. Προχωράει στο μικρό ζαχαροπλαστείο της γειτονιάς. Πάλι η καρδούλα του χτυπά. «Μπορώ μ’ αυτό να αγοράσω μια σοκολάτα φουντούκι;» «Όχι, και του χαμογελά η κοπέλα του ζαχαροπλαστείου. Μπορώ όμως να σου δώσω ένα κουλουράκι φουντούκι και τα λεφτά σου κράτησέ τα!» Το αγόρι φυλάει το κουλουράκι φουντούκι στην τσεπούλα του και προχωράει λυπημένο να πάει στο σπίτι του. Περπατάει… και ξαφνικά στη γωνιά του δρόμου βλέπει έναν τυφλό γεροντάκο να κάθεται κατάχαμα και να παίζει βιολί. Νότες πεταρίζουν γύρω και τυλίγουν το μικρό αγόρι. Ο γεροντάκος φοράει τα ίδια κουρέλια χρόνια τώρα. Το αγόρι πλησιάζει. Η καρδιά του χτυπά παράξενα. Τα μάτια του τσούζουν. Αναπνέει βαθιά. Και μετά… αργά αργά ανοίγει τη μικρή του χούφτα και αφήνει το κέρμα του να πέσει στο τσίγκινο πιατάκι κοντά στα πόδια του τυφλού.
Κάνει να φύγει. Κοντοστέκεται ξανά. Κοιτάει κάτω. Τα δυο ελαφάκια του χαμογελούν. Και τι… καλά, δεν είναι λυπημένο πια. Στην τσεπούλα του έχει, εξάλλου, μια καραμέλα, ένα μπισκότο και ένα κουλουράκι, όλα φουντούκι!
Μαρία Πυλιώτου, εφημερίδα Αλήθεια