Τομάζος Μάος
Ο Τομάζος Μάος γεννήθηκε το 1948 στο χωριό Επισκοπειό. Σπούδασε παιδαγωγικά στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, δημοσιογραφία και δημόσιες σχέσεις στο ΚΕΣ, νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και σχέδιο στη Σχολή ABC Αθηνών. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στη Δημοτική Εκπαίδευση και αφυπηρέτησε από τη θέση του διευθυντή σχολείου. Υπηρέτησε από διάφορα αξιώματα την ΠΟΕΔ, ασχολήθηκε με τα πολιτιστικά και πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Πολιτιστικού Συνδέσμου «Ταμασσός». Δημοσίευσε πολλά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Συμμετείχε για αρκετά χρόνια ως συγγραφέας στα λογοτεχνικά πρωινά της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Στροβόλου. Συνεργάστηκε για αρκετά χρόνια με τις εκδόσεις Κ. Επιφανίου, ως διορθωτής και επιμελητής βιβλίων. Διατέλεσε μέλος και Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Επισκοπειού. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, ένα παιδικό παραμύθι, ένα ιστορικό αφήγημα και ένα λογοτεχνικό βιβλίο για παιδιά και εφήβους.
Δείγμα γραφής:
Ο Πενταδάχτυλος
Η χέρα του Ακρίτα
ριζωμένη στη ράχη του.
Τούτο το βουνό
έχει την ιστορία του…
Σ’ αυτό που περπάτησαν
Ρήγαινες και Ακρίτες.
Πολέμησαν ήρωες
σαν τον Αυξεντίου
και τον Μάτση…
Τώρα ο Πενταδάχτυλος
στενάζει σκλαβωμένος.
Και η χέρα του Ακρίτα
ριζωμένη στη ράχη του
γυρίζει και μας μουντζώνει…
(Τομάζος Μάος, Η κραυγή του Ονήσιλου, 1988)
Η κραυγή του Ονήσιλου
Χρόνια το κεφάλι του Ονήσιλου
υπέβαλλε στους Αμαθούσιους
πως οι Πέρσες θα ξανάρθουν.
Μ’ αυτοί προδομένοι στη μέθη
της ψεύτικης ευημερίας τους
ούτε που έδιναν σημασία…
Ώσπου οι Πέρσες ξαναφάνηκαν
και φυσικά δεν ξεχώρισαν
ούτε Αμαθούσιους, ούτε Σαλαμίνιους…
Χρόνια τώρα ο Ονήσιλος
κραυγάζει στους νεοκύπριους
να ξυπνήσουν από τη μέθη
της νέας ψεύτικης ευημερίας…
Κραυγάζει τώρα ο Ονήσιλος
δεν υποβάλλει απλώς…
κι η Κραυγή του ακούγεται
απελπισμένη στον αιθέρα…
Άραγε θα την ακούσουμε
τουλάχιστον τούτη τη φορά
και δε θα την ξαναπάθουμε;
(Τομάζος Μάος, Η κραυγή του Ονήσιλου, 1988)
Κερύνεια 74
Αυτό που δεν μπορώ
καθόλου να δεχτώ
είναι που εμείς
σκοτωνόμαστε χωμένοι
κάτω απ’ τις λεμονιές
κι απάνωθέ μας
-χιλιάδες τα τζιτζίκια-
αμέριμνα τραγουδούσαν…
Ένα τραγούδι μονότονο
πάντα στον ίδιο ρυθμό
όπως τον θόρυβο των αεροπλάνων
όταν έκαναν βύθιση
και ξέρναγαν καυτό μολύβι…
Τις στιγμές εκείνες
σώπαιναν τα τζιτζίκια
και δούλευαν τ’ αντιαεροπορικά…
Ύστερα ξανάρχιζαν
το ίδιο μονότονο τραγούδι
ως την επόμενη επίθεση…
(Τομάζος Μάος, Πορεία στον χρόνο, 1989)